Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

ἡ ὀρχηστικὴ τέχνη

См. также в других словарях:

  • Καμαργκό, Μαρί Αν — (Marie Anne de Cupis de Camargo, 1710 – 1770). Γαλλίδα χορεύτρια. θεωρήθηκε φαινόμενο της εποχής της και ο χορός της αποτέλεσε σταθμό στην ορχηστική τέχνη. Ήταν πιθανότατα η πρώτη γυναίκα χορεύτρια που εκτέλεσε την κίνηση κατά την οποία ο… …   Dictionary of Greek

  • ορχηστικός — ή, ό (Α ὀρχηστικός, ή, όν) [ορχηστής] 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην όρχηση, χορευτικός 2. το θηλ. ως ουσ. η ορχηστική η τέχνη τού χορευτή αρχ. 1. ο κατάλληλος για όρχηση («τετραμέτρῳ ἐχρῶντο διὰ τὸ σατυρικὴν καὶ ὀρχηστικωτέραν εἶναι τὴν… …   Dictionary of Greek

  • ορχηστικός — ή, ό 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην όρχηση ή τον ορχηστή. 2. ως ουσ., ορχηστική, η η τέχνη του χορού …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»